Διάγνωση υπέρτασης
Με ποιον τρόπο τίθεται σωστά η διάγνωση της υπέρτασης;
Η διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης γίνεται με τη χρήση μανομετρικού, υδραργυρικού ή ηλεκτρονικού πιεσόμετρου. Σε μετρήσεις στο σπίτι, από τον ασθενή ή τους οικείους του, συνιστάται η χρήση του ηλεκτρονικού. Πρέπει να σημειωθεί ότι είναι προτιμότερο, και πιο αξιόπιστο, να γίνεται η μέτρηση στο μπράτσο (βραχιόνιο αρτηρία) και όχι στον καρπό.
Για τη σωστή μέτρηση της πίεσης, ο ασθενής θα πρέπει προηγουμενως να μην έχει πιεί καφέ ή να έχει καπνίσει. Επίσης, να είναι καθιστός, για τουλάχιστον 5-10 λεπτά, και το χέρι του να υποστηρίζεται σε σταθερό σημείο, στο ύψος της καρδιάς του. Η περιχειρίδα θα πρέπει να εφαρμόζει κατά 80-100% στις διαστάσεις του βραχίονα. Πάντα κάνουμε τρεις μετρήσεις, με διαφορά δυο λεπτών μεταξύ τους, και καταγράφουμε το μέσο όρο των τιμών.
Η διάγνωση της υπέρτασης δε θα πρέπει να γίνεται μόνο με μια μέτρηση. Για το λόγο αυτό, συνηθίζεται να συμπληρώνουμε ένα ειδικό έντυπο εβδομαδιαίας καταγραφής με στιγμιότυπα πρωινής και απογευματινής πίεσης. Μόνο σε περίπτωση υπερτασικής κρίσης, όταν δηλαδή η συστολική πίεση είναι ίση ή μεγαλύτερη των 210 mm/Hg ή/και η διαστολική πίεση είναι ίση ή μεγαλύτερη των 120 mm/Hg, πρέπει να εφαρμόσουμε άμεσα θεραπεία.
Δε θα πρέπει να μας διαφεύγει το φαινόμενο της λευκής μπλούζας, ασθενείς δηλαδή που προσέρχονται στο ιατρείο να εμφανίζουν υψηλή αρτηριακή πίεση λόγω φόβου και άγχους. Η καταγραφή στο σπίτι, σε συνθήκες καθημερινότητας, θα μας διευκρινίσει αν πραγματικά υποβόσκει υπέρταση.
Σήμερα διαθέτουμε τη δυνατότητα να καταγράψουμε την πίεση καθόλη τη διάρκεια της ημέρας. Ο ασθενής κάνει τις καθημερινές του δρατηριότητες φορώντας ένα μικρό πιεσόμετρο, γνωστό ως holter πιέσεως 24ώρου. Η μέτρηση γίνεται κάθε δέκα περίπου λεπτά και ο ιατρός έχει τη δυνατότητα, με τη χρήση ειδικού λογισμικού, να δει τη διακύμανση της πιέσεως καθ'όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Το holter πιέσεως είναι μια εξαιρετική συσκευή, ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις αμφιβολίας ή σε υποψία εκδήλωσης υψηλής πιέσεως κατά τη διάρκεια του νυχτερινού ύπνου.
Εφόσον επιβεβαιωθεί η υπέρταση, η κλινική εξέταση μπορεί να μας αποκαλύψει τις ύπουλες βλάβες της υψηλής πιέσης, όπως για παράδειγμα παρουσία ενός συστολικού φυσήματος στην καρδιά ασθενών με χρόνια αρρύθμιστη υπέρταση.
Ο έλεγχος περιλαμβάνει επίσης τη διενέργεια ενός ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ 12 απαγωγών), ενός υπερήχου (triplex) καρδιάς και ενός triplex καρωτίδων.
Απαιτούνται να γίνουν αναλύσεις αίματος και ούρων, προς αποκλεισμό νεφρικής βλάβης ή παρουσίας άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως υπερλιπιδαιμίας και σακχαρώδη διαβήτη.
Τέλος, ο ασθενής πρέπει να εκτιμηθεί από οφθαλμίατρο για τη διενέργεια βυθοσκόπησης, η οποία μπορεί να αναδείξει πρώιμες βλάβες τις υπέρτασης στους οφθαλμούς.
Σε περιπτώσεις όπου υποψιαζόμαστε δευτεροπαθή υπέρταση προχωρούμε σε ειδικότερο εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο, κατόπιν συστάσεως του θεράποντα παθολόγου.