Social Media:

Διάγνωση διαβήτη

Διάγνωση διαβήτη

Πώς επιτυγχάνεται η έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη; Ποια είναι τα συχνότερα λάθη; 

Η διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη βασίζεται στη διενέργεια εργαστηριακού ελέγχου. Εξετάζουμε το σάκχαρο νηστείας του ασθενού μας, την τιμή δηλαδή της γλυκόζης αίματος που λαμβάνουμε, με αιμοληψία, τουλάχιστον 8 ώρες μετά το τελευταίο γεύμα.

Σημειώνεται ότι συχνά ο διαβήτης συνυπάρχει με διαταραχή των λιπιδίων (χοληστερίνης, τριγλυκεριδίων). Η λήψη τροφής επηρεάζει τις τιμές των λιπιδίων οπότε συστήνεται ο ασθενής να παραμείνει νηστικός περίπου για 12 ώρες, ώστε να συνεκτιμηθεί και το λιπιδαιμικό του προφίλ.

Τα κριτήρια για τη διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη είναι:

1.   Γλυκόζη πλάσματος νηστείας ίση ή μεγαλύτερη από 126 mg/dL.  Προτείνεται επιβεβαίωση του αποτελέσματος, με έλεγχο δεύτερου δείγματος μετά από μερικές ημέρες, εφόσον δεν υπάρχουν συμπτώματα υπεργλυκαιμίας, ήτοι πολυδιψία, πολυφαγία, πολυουρία, απώλεια σωματικού βάρους.

                                         ή

2.   Τιμή γλυκόζης πλάσματος μεγαλύτερη από 200 mg/dL, σε τυχαίο εργαστηριακό έλεγχο, δηλαδή οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, και ταυτόχρονη παρουσία συμπτωματολογίας υπεργλυκαιμίας.

                                        ή

3.   Παθολογική καμπύλη σακχάρου (OGTT), θετική δηλαδή δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη όταν η τιμή της γλυκόζης πλάσματος είναι ίση ή μεγαλύτερη από 200 mg/dL δυο ώρες μετά τη χορήγηση 75 γραμμαρίων γλυκόζης.

 

Η καμπύλη σακχάρου γίνεται με τη λήψη 75 γραμμαρίων άνυδρης γλυκόζης στο εργαστήριο και την καταγραφή του σακχάρου αίματος σε τρία στιγμιότυπα, ήτοι σε χρόνο προ φόρτισης, πρωτού δηλαδή πιούμε τα 75 γρ, μια ώρα μετά τη φόρτιση και δυο ώρες μετά τη φόρτιση.

Με την καμπύλη μπορούμε να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξη διαβήτη και να εντοπίσουμε περιπτώσεις όπου η νόσος εκδηλώνεται μόνο μεταγευματικά. Προτού γίνει η εξέταση συμβουλευτείτε το διαβητολόγο σας για τη διαδικασία.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη ο έλεγχος της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (Hba1c) δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση του διαβήτη παρά μόνο για την παρακολούθηση ασθενών που έχουν ήδη ιστορικό της νόσου.

Κανένα εργαστήριο, κρατικό ή ιδιωτικό, δεν έχει λάβει επίσημη ευρωπαϊκή πιστοποίηση για τη χρήση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης για τη διάγνωση της νόσου. Επιπλέον, στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί διαβητικοί ασθενείς με φυσιολογική γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, όπως συμβαίνει για παράδειγμα σε ασθενείς με στίγμα β-μεσογειακής αναιμίας.

Επίσης, είναι λάθος να μετρούμε την ινσουλίνη ή το c-πεπτίδιο για τη διάγνωση της νόσου.

Τέλος, ένα άλλο συχνό σφάλμα είναι η χρήση των φορητών μετρητών σακχάρων για τη διάγνωση του διαβήτη. Σε καμία περίπτωση οι μετρητές δεν είναι αξιόπιστοι για το ρόλο αυτό, τόσο γιατί υπάρχει απόκλιση με την τιμή της γλυκόζης πλάσματος όσο και λόγω απόκλισης μεταξύ μετρητών διαφορετικών εταιρειών.

Ως εκ τούτου, τα σακχαρόμετρα πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την παρακολούθηση των διαβητικών ασθενών και την καταγραφή των προ και μεταγευματικών σακχάρων, διαδραματίζοντας έτσι ένα καίριο ρόλο στην παρακολούθηση της ρύθμισης του διαβήτη.